Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2009

«ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΘΑΝΑΣΙΜΩΝ ΨΕΥΔΩΝ», Η ΑΠΟΤΥΧΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΥΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΠΕΙΡΑΜΑΤΩΝ & ΤΑ ΑΔΙΕΞΟΔΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ 2

Tου Ηλία Ηλιόπουλου*

Αναδημοσίευση από Περιοδικό Διπλωματία(Τεύχος 26) *Ο Δρ. Ηλίας Ηλιόπουλος είναι Ιστορικός - Διδάκτωρ του Λουδοβίκειου - Μαξιμιλιάνειου Παν/μίου του Μονάχου, Αναλυτής Διεθνούς Πολιτικής & Πολιτικής Ασφάλειας.
Σαρωτική έκρηξη μέσα σε 20 χρόνια
Μέχρι πριν από μία μόλις γενεά, οι εν λόγω χώρες εθεωρούντο οι ασφαλέστερες περιοχές του πλανήτου. Οργανωμένο έγκλημα, φόνος, ληστεία μετά φόνου, βιασμός, έτι δ’ ολιγώτερον ομαδικός βιασμός, ήσαν πράγματα σχεδόν ανύπαρκτα και, αν για κάποιο λόγο εμφανίζονταν οι χώρες αυτές στις διεθνείς εγκληματολογικές ή κοινωνιολογικές στατιστικές, αυτός ήταν το υψηλό ποσοστό αυτοκτονιών, συνεπεία καταθλίψεως. Ομοίως αδιανόητες ήσαν, στις παραδοσιακά φιλελεύθερες και ανεκτικές βόρειες κοινωνίες, οι λεγόμενες «no go areas», ζώνες δηλαδή, όπου δεν μπορεί να εισέλθει και να κινηθεί εν ασφαλεία ο οιοσδήποτε πολίτης, παρά μόνον εκείνος που πληροί συγκεκριμένα κοινωνιολογικά/εθνοπολιτισμικά κριτήρια.
Όλα αυτά, όμως, μετεβλήθησαν ραγδαίως εντός των τελευταίων δύο δεκαετιών. Η άλλοτε ανθούσα πόλη του Malmö (Σουηδία), αφ’ ενός, έχει υποστεί εθνοπολιτισμική μετάλλαξη, ενώ, εφ’ ετέρου, γνωρίζει πρωτοφανή έξαρση εγκληματικότητας, συνεπεία της μαζικής μεταναστεύσεως εθνοπολιτισμικώς αλλοτρίου/μη αφομοιωσίμου στοιχείου.31 Οι αρχές δηλώνουν, ανεπισήμως, ανίκανες να αντιμετωπίσουν το δομικό πρόβλημα της ανομίας του μουσουλμανικού/μεταναστευτικού στοιχείου, το οποίο αριθμεί ήδη 250.000 ανθρώπους, εξαιρετικά υψηλός αριθμός για τα δεδομένα των μικρών σκανδιναβικών πόλεων. Και βέβαια αντιστρόφως ανάλογη είναι η «έξοδος» του ιθαγενούς στοιχείου, το οποίο εγκαταλείπει τις εστίες του και αναζητεί αλλού καλύτερη -και κυρίως ασφαλέστερη- τύχη. Στο σχολείο του Ρόζενγκραντ δύο μόνο μεταξύ των χιλίων περίπου μαθητών είναι Σουηδοί. Η εγκληματικότητα θάλλει, πράγμα το οποίο εκτός των άλλων θέτει σε σοβαρή αμφιβολία και την αφόρητη κοινοτυπία που διάφοροι δοκησίσοφοι επαναλαμβάνουν στα ελληνικά Μ.Μ.Ε., ότι δηλαδή για όλα ευθύνεται ο «κοινωνικός αποκλεισμός» και η «οικονομική καχεξία» του μουσουλμανικού/μεταναστευτικού στοιχείου. Διότι η Σουηδία, όπως και οι λοιπές Σκανδιναβικές χώρες, είχαν, όπως είναι πασίγνωστο, ένα εξαιρετικά υψηλό επίπεδο κοινωνικής προνοίας, το οποίο μάλιστα με περισσή γενναιοδωρία προσέφεραν και στους μετανάστες.
Γενναιοδωρία ή δειλία;
Θα ανέμενε κανείς ότι αυτή η εξαιρετική γενναιοδωρία, σε συνδυασμό με την επίσης γενναιόδωρη παροχή πολιτικών δικαιωμάτων, θα ενεθάρρυνε την τάση ενσωματώσεως παράλληλα με ένα ανθρωπίνως εύλογο αίσθημα ευγνωμοσύνης. Κάθε άλλο! Η γενναιοδωρία εκλαμβάνεται από τους γεμάτους αυτοπεποίθηση για την πίστη και την καταγωγή τους μουσουλμανόπαιδες ως ένδειξη δειλίας, υποχωρητικότητας και εκφυλισμού της φιλοξενούσης κοινωνίας. Τα Μ.Μ.Ε. ακολουθούν, βεβαίως, όπως σε ολόκληρη την Ευρώπη, εσκεμμένη πολιτική αποσιωπήσεως των στοιχείων και ο μη έχων προσωπική εμπειρία χρειάζεται να ανατρέξει σε ερευνητικές και πανεπιστημιακές μελέτες που εγένοντο επί τούτου και περιορισμένης κυκλοφορίας επιστημονικά έντυπα, για να αντιληφθεί την έκταση του προβλήματος: Οι κλοπές και διαρρήξεις αυξήθηκαν το 2004 κατά 50% στην περιοχή του Malmö, ενώ οι βιασμοί μη μουσουλμανίδων από μουσουλμανόπαιδες έχει προσλάβει διαστάσεις επιδημίας κατά τις εκτιμήσεις της αστυνομίας. Ο Τhomas Anderberg, Προϊστάμενος Στατιστικής της Αστυνομίας του Malmö, ανέφερε διπλασιασμό των βιασμών το παρελθόν έτος 2004.32
Αντίστοιχα είναι τα δεδομένα και στη γειτονική Νορβηγία. Τα δύο τρίτα των ανδρών που συνελήφθησαν για βιασμό από την αστυνομία του Όσλο είναι μουσουλμάνοι ή, όπως επιβάλλει η politically correct διάλεκτος των νέων ιεροεξεταστών («προοδευτική/αντιρατσιστική διανόηση»), «μη δυτικής εθνοτικής καταγωγής» (non-western ethnic origin), όρος που χρησιμοποιείται σχεδόν αποκλειστικά προκειμένου περί Μουσουλμάνων. Αντίστοιχη είναι η εξέλιξη και στη Δανία, όπου το μουσουλμανικό στοιχείο, καίτοι ανέρχεται στο 5% του πληθυσμού, εισπράττει το 40% των δαπανών της Κοινωνικής Προνοίας -και, εν τούτοις, αυτή η αθρόα κατάχρηση των μηχανισμών κοινωνικής αλληλεγγύης, που με πολύ κόπο οικοδόμησαν επί δεκαετίες οι πολίτες αυτής της υποδειγματικής σκανδιναβικής δημοκρατίας, δεν τους αποτρέπει από το να είναι οι πρώτοι σε όλες τις εγκληματολογικές στατιστικές. Με 68,3% οι μουσουλμάνοι μετανάστες κατέχουν τα πρωτεία και σε σχέση με τους βιασμούς. Αξιοσημείωτο είναι δε ότι το σύνολο των ομαδικών βιασμών που σημειώνονται στις σκανδιναβικές χώρες έχουν ως θύτες μουσουλμάνους δευτέρας ή τρίτης γενεάς και ως θύματα μη μουσουλμάνες γυναίκες ή ενίοτε μουσουλμάνες, οι οποίες αποτολμούν να προσαρμοσθούν στα πρότυπα της φιλοξενούσης χώρας.
Άκρως ανησυχητική είναι η εξέλιξη στην Ολλανδία, η οποία παρουσιάζει την ακόλουθη πολλαπλώς ενδιαφέρουσα ιδιομορφία:33
Έχει καταστεί διαδεδομένη η άσκηση βίας ή η απειλή ασκήσεως βίας εναντίον όσων μη Μουσουλμάνων (αλλά και κριτικά σκεπτομένων Μουσουλμάνων) εκφέρουν ή αποτολμούν να εκφέρουν δημόσιο λόγο επικριτικό του Ισλάμ
Το φαινόμενο είναι κατά τούτο ιδιαιτέρως ανησυχητικό, καθ’ όσον η Ολλανδία εθεωρείτο παραδοσιακώς υπόδειγμα θρησκευτικής, ιδεολογικής και πολιτικής ανοχής, είχε δε να βιώσει ανάλογες καταστάσεις από της εποχής των Θρησκευτικών Πολέμων του 17ου αιώνος. Οι δολοφονίες του καλλιτέχνη Theo van Gogh και του πολιτικού Pim Fortuyn συνετάραξαν, ως γνωστόν, την ολλανδική κοινωνία, δοθέντος μάλιστα ότι αμφότεροι πόρρω απείχαν του να ανταποκρίνονται στα προπαγανδιστικά στερεότυπα που κατά κόρον επιστρατεύουν οι Ιδεολογικοί Μηχανισμοί του Μετα-Εθνικού Προοδευτισμού, για να απαγορεύσουν στους αντιφρονούντες να ομιλούν («ρατσιστές», «ναζιστές» και τα τοιαύτα φαιδρά). Ορμώμενοι από την κλασική φιλελεύθερη παράδοση της Ευρώπης, οι δολοφονηθέντες είχαν καταγγείλει δριμύτατα το ιδεολόγημα της «πολυπολιτισμικότητος» ως Δούρειο Ίππο για τον εξισλαμισμό της Ευρώπης και την κατάλυση αυτής ακριβώς της φιλελεύθερης παραδόσεως και της δημοκρατικής τάξεως.
Περαιτέρω, μία πλειάδα επιφανών πολιτικών, καθηγητών, καλλιτεχνών, αρθρογράφων κ.τ.λ. είναι εξαναγκασμένη να ζει υπό καθεστώς διαρκούς απειλής κατά της σωματικής των ακεραιότητος:34
Η Στρατηγική των ισλαμιστών/μεταναστών (και των ιθαγενών συμμάχων τους από τα εξτρεμιστικά «αντιρατσιστικά κινήματα») είναι πρόδηλη, κατά τον Καθηγητή Ellian: «Φοβούνται ότι, εάν η Ολλανδία αποτελέσει ένα ασφαλές λιμάνι για ένα δημόσιο διάλογο περί του πολιτικού Ισλάμ, τότε τα πράγματα θα είναι λίαν επικίνδυνα γι’ αυτούς.» Σκοπός τους είναι ακριβώς η παρεμπόδιση της διεξαγωγής αυτής της ιδεολογικής αντιπαραθέσεως, που τόσον επείγει στις δυτικές κοινωνίες. Και βεβαίως, «θεωρούν υποχρέωσή τους να δολοφονούν ανθρώπους που συγκαταλέγουν στους εχθρούς του Ισλάμ». Πρόκειται, συνεχίζει ο προαναφερθείς, «για μία συμπεριφορά φυσιολογική μεν στη Μέση Ανατολή, αλλά όχι στην Ευρώπη!»35
Ευλόγως ο επικεφαλής της Κ.Ο. των Φιλελευθέρων, Jozias van Aartsen, ομολογεί: «Από το 1940 δεν αντιμετωπίσαμε πιο επικίνδυνο εχθρό της κοινωνικής υπάρξεώς μας.» Εξάλλου, αναφορικά με τη νέα μεταναστευτική πολιτική της χώρας της και, συνακολούθως, τη στάση των αρχών έναντι της εγκληματικότητος και παραβατικότητος των μεταναστών, η υπουργός Μεταναστεύσεως της (σοσιαλδημοκρατικής) κυβερνήσεως, Rita Verdonk, διακηρύσσει προς πάσαν κατεύθυνσιν: «Υπήρξαμε πολύ μαλθακοί. Απαιτούνται καθαρά λόγια! Η ώρα της τεϊοποσίας τελείωσε!»36 Καθ’όσον αφορά, εξάλλου, στο ζήτημα της ενσωματώσεως, η Ολλανδή υπουργός υπογραμμίζει με έμφαση: «Δεν είναι υποχρέωση της χώρας υποδοχής να ενσωματώσει τους μετανάστες! Ο μετανάστης οφείλει να ενσωματωθεί, εάν θέλει να αξιοποιήσει την ευκαιρία που του παρέχεται. Αν δεν το πράξει, πρέπει να φύγει!»37
Ανάλογη κατάσταση ιδεολογικής και φυσικής βίας επικρατεί και στο Βέλγιο. H συγγραφεύς και πολιτικός Mimount Bousakla, 32 ετών, μαροκινής καταγωγής η ιδία, εκλεγείσα δημοτική σύμβουλος το 2000 στην Αμβέρσα και μέλος της τοπικής Βουλής των Βρυξελλών με τη σημαία του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος το 2003, τελεί υπό διαρκή απειλή κατά της σωματικής της ακεραιότητος, επειδή κατήγγειλε, προφορικώς και γραπτώς, ως ρίζα του προβλήματος τον κοινωνικό αυτο-αποκλεισμό του μουσουλμανικού/ μεταναστευτικού στοιχείου, καθώς επίσης και την κακομεταχείριση των γυναικών εντός του μουσουλμανικού/μεταναστευτικού milieu.38
H Mimount Bousakla κατηγόρησε το Εκτελεστικό Συμβούλιο των Μουσουλμάνων του Βελγίου (EMB) ότι, επίτηδες, συντηρεί τον κοινωνικό αυτοαποκλεισμό και παρεμποδίζει την ομαλή ένταξη των μεταναστών και μεταναστριών στη φιλοξενούσα κοινωνία. Όπως παρατηρεί ο Joel Naber, η εν λόγω συγγραφέας «εξεφράσθη μαχητικότατα υπέρ της πλήρους εντάξεως των ετεροχθόνων στο κράτος», ερχόμενη έτσι σε διαμετρική αντίθεση τόσον προς τους Ισλαμιστές, όσον και προς την «αντιρατσιστική/πολυπολιτισμική» Αριστερά. Έκτοτε αποτελεί «στόχο» αμφοτέρων
Ανάλογη μοίρα βιώνουν η υπουργός Δικαιοσύνης, Laurette Onkelix, ο δήμαρχος του Molenbeek, Philippe Moureaux, και άλλοι Βέλγοι πολιτικοί, οι οποίοι, ανταποκρινόμενοι στην αγωνία και ανησυχία των συμπολιτών και ψηφοφόρων τους, δηλαδή πράττοντες το καθήκον τους, έλαβαν θέση έναντι του ζητήματος της προϊούσης εθνοπολιτισμικής μεταλλάξεως της βελγικής κοινωνίας, αλλά και της απειλής κατά της εθνικής ασφαλείας. Ευδιάκριτη είναι μία διττή στρατηγική: Από τη μία πλευρά, η λυσσώδης φραστική επίθεση, η ιδεολογική τρομοκρατία της «αντιρατσιστικής/προοδευτικής διανόησης», σπεύδει να καταγγείλει κάθε κριτική, ελεύθερη φωνή ως «στιγματισμό του Ισλάμ» και «ρατσισμό», προετοιμάζοντας όμως, ταυτοχρόνως, το έδαφος και νομιμοποιώντας ιδεολογικά την επακολουθούσα φυσική/σωματική επίθεση, εκ μέρους «θιγέντων Μουσουλμάνων» ή «ευαισθήτων ακτιβιστών»
Η εθνοπολιτισμική σύγκρουση στο Βέλγιο είχε τη σοβαρότερη μέχρι τούδε κορύφωση για τη συνοχή και ασφάλεια του κράτους, όταν η υπουργός Δικαιοσύνης, Laurette Onkelix, ηρνήθη να αναγνωρίσει το εκλεγέν (1998) «Κοινοβούλιο» των Μουσουλμάνων του Βελγίου.39
Σημειωτέον ότι η υπουργός Δικαιοσύνης ηρνήθη την αναγνώριση μόνον της μερίδος εκείνης των μουσουλμάνων εκπροσώπων σε αυτό το ιδιότυπο «Όργανο», οι οποίοι, κατά τις αρχές ασφαλείας, ανήκαν στη γνωστή τουρκική ισλαμιστική οργάνωση «Milli Görüs». H διαμάχη μεταξύ βελγικής κυβερνήσεως και «Μουσουλμανικού Κοινοβουλίου» συνεχίζεται έκτοτε και μέχρι σήμερα. Οι πολιτικοί, σε κεντρικό και τοπικό επίπεδο, αποφεύγουν να λάβουν θέση δημοσίως, αφ’ ενός υπό το κράτος της φραστικής, ιδεολογικής αλλά και φυσικής βίας (ή απειλής χρήσεως βίας), αφ’ ετέρου επειδή φοβούνται την εκλογική τιμωρία τους από το μουσουλμανικό/ μεταναστευτικό στοιχείο (200 έως 300 χιλ. άτομα), στο οποίο είχαν χορηγήσει δικαίωμα ψήφου στις δημοτικές/κοινοτικές/περιφερειακές (και ενίοτε και στις εθνικές) εκλογές. Ιδιαιτέρως στις αυτοδιοικητικές εκλογές αποβαίνει καθοριστικό το ποιαν γραμμή θα δώσει ο ιμάμης
Η αγωνιώδης προσπάθεια κατευνασμού του ισλαμικού εξτρεμισμού και των «πολυπολιτισμικών» συμμάχων του (την οποία περιγράφουν στα πονήματά τους οι J. Naber, Irka Mohr και Joel Kotek) είναι εμφανής έως τα ανώτατα κλιμάκια της κυβερνήσεως. Ο πρωθυπουργός, Guy Verhofstadt (Φλαμανδοί Φιλελεύθεροι/VLD), δήλωνε προ ενός έτους ακριβώς ότι «τίποτε δε δύναται να δικαιολογήσει ένα κλίμα ανασφαλείας ή φόβου και οι απειλές εναντίον μεμονωμένων πολιτικών προσωπικοτήτων δεν επιτρέπεται να οδηγήσουν σε στιγματισμό μίας ομάδος προσώπων ή μιας θρησκείας».40 Η κατακλείδα του Βέλγου πρωθ/γού, ότι «πρέπει να συνεχίσουμε να πράττουμε ό,τι μπορούμε για να συμβιώνουμε», μάλλον ως ενδεικτική της αμηχανίας δύναται να εκληφθεί, με την οποία η σημερινή φιλελεύθερη πολιτική ελίτ καλείται, αίφνης, να αντιμετωπίσει ζητήματα, τα οποία είχε μάθει να υποτιμά και να αγνοεί ως ανήκοντα στο αρχαϊκό, προ-νεωτερικό παρελθόν
Εξωμότες-πρωταγωνιστές
Υπερβάλλοντα ζήλο στις επιθέσεις επιδεικνύουν επίσης και οι εξωμότες, οι οποίοι κατά κανόνα προέρχονται από το χώρο της «πολυπολιτισμικής/αντιρατσιστικής/αντιϊμπεριαλιστικής» Αριστεράς
Πρωταγωνιστικό ρόλο στην τρομοκράτηση της υπουργού Δικαιοσύνης ανέλαβε ο εξωμότης Jean-Francois Bastin (μετονομασθείς το 1972 σε Abdullah Abu Abdulaziz), θεωρούμενος ως ένας εκ των εγκεφάλων της ισλαμιστικής τρομοκρατίας στην Ευρώπη. Συναφώς, ο Dyab Abou Jahjah, επικεφαλής της «Αραβο-Ευρωπαϊκής Λίγκας» (AEL) και αγαπημένο παιδί της «προοδευτικής διανόησης», διακηρύσσει από την επίσημη ιστοσελίδα της οργανώσεώς του ότι «η Αμβέρσα είναι το οχυρό του ευρωπαϊκού Σιωνισμού -εμείς θα τη μετατρέψουμε σε Μέκκα της φιλοαραβικής δράσεως».41
Από τακτικής και προπαγανδιστικής απόψεως, επιτυχής υπήρξε μέχρι τούδε και η μέθοδος των Ισλαμιστών και των συνοδοιπόρων τους, απολογητών της «πολυπολιτισμικής κοινωνίας», να ενοχοποιούν όποιον τολμήσει να εκφρασθεί κριτικά έναντι των ιδεολογημάτων της «πολυπολιτισμικότητος» και της «Ευραβίας» ως «ρατσιστή», «φασίστα» και τα τοιαύτα και να τον ταυτίζουν με το («ακροδεξιό») Φλαμανδικό Μέτωπο (Vlaams Blok). Η μέθοδος αυτή είχε ως αποτέλεσμα να μη διανοείται κανείς εκ των πολιτικών των «μεγάλων κομμάτων» να θίξει το υπαρκτό (και φλέγον) ζήτημα, στο πλαίσιο μίας ιδιότυπης «κουλτούρας σιωπής/συνενοχής» εδώ και δεκαετίες. Η πολιτική δειλία όμως της Κεντροδεξιάς και Κεντροαριστεράς επέφερε, με τη σειρά της, την ακόλουθη -λίαν αξιοσημείωτη- συνέπεια: μερίδα του ιουδαϊκού στοιχείου των βελγικών μητροπόλεων κατευθύνθηκε προς την πλευρά της «Άκρας Δεξιάς». Ιδίως, στις συνοικίες και στα προάστια της Αμβέρσας, όπου υπάρχει παραδοσιακά ισχυρή παρουσία του εβραϊκού στοιχείου και σημειώνεται το 80% περίπου των επιθέσεων των Μουσουλμάνων μεταναστών εναντίον Εβραίων, κατεγράφη, στις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις, μία εμφανής στροφή των νομιμοφρόνων Βέλγων πολιτών εβραϊκού θρησκεύματος προς το Φλαμανδικό Μέτωπο, ως τη μόνη πολιτική δύναμη που ασχολείται με το υπ’αριθμόν ένα πρόβλημά τους. Η εντυπωσιακή αυτή εξέλιξη εξέπληξε τα «παλαιά πολιτικά κόμματα» και τη διανόηση,42 ενώ οδηγεί σε θεαματικές ανακατατάξεις του πολιτικού σκηνικού του Βελγίου: Το Φλαμανδικό Μέτωπο (το οποίο ανεδείχθη σε πρώτη δύναμη στην Αμβέρσα και μία σειρά ακόμη αστικών κέντρων, αλλά δεν ηδυνήθη να αναλάβει την τοπική εξουσία λόγω της αντισυσπειρώσεως όλων ανεξαιρέτως των κατεστημένων πολιτικών κομμάτων εναντίον του), άλλαξε ονομασία -από το φθινόπωρο του 2004 ονομάζεται Φλαμανδικό Συμφέρον (Vlaams Belang)- απέκλεισε τα αντισημιτικά, νεοναζιστικά, φιλοϊσλαμικά, μισογυνικά και ομοφυλοφοβικά στοιχεία από τις τάξεις του και επιχειρεί να εγκαθιδρυθεί κοινωνικά και εκλογικά ως πολιτικό σχήμα της ευρυτέρας Δεξιάς
Κλείνοντας, κατ’ ανάγκην, αυτήν την «περιήγησή» μας στις ευρωπαϊκές χώρες, επιστρέφουμε στη Γαλλία. Η πολιτική ελίτ των Παρισίων αναζητεί εναγωνίως μία διέξοδο σε στρατηγικό-πολιτικό επίπεδο -πέραν της καταστολής, για την οποία, ευτυχώς, όλοι συνεφώνησαν ότι αποτελεί απαράβατη προϋπόθεση κάθε περαιτέρω στρατηγικής43 και η οποία κατά τα φαινόμενα επέτυχε και οδηγεί στην εκτόνωση της παρούσης συγκρούσεως (εν προκειμένω, οφείλει να λεχθεί ότι οι άνδρες των σωμάτων ασφαλείας επέδειξαν, κατά κανόνα, υψηλό επαγγελματισμό και εξαιρετική ψυχραιμία, υπό λίαν αντίξοες -πραγματικές και ψυχολογικές- συνθήκες, υπερασπιζόμενοι την ασφάλεια των συμπολιτών τους και τη δημοκρατία.
Στο στρατηγικό-πολιτικό πεδίο, όμως, οι ιθύνοντες ασφαλώς γνωρίζουν ότι, εδώ που έφθασαν (ή άφησαν να φθάσουν) τα πράγματα, είναι εξαιρετικά δύσκολη η εξεύρεση της δεούσης στρατηγικής. Και αυτό, βεβαίως, δεν αφορά μόνον την παρούσα κυβέρνηση, αλλά το πολιτικό σύστημα εν συνόλω (όπως προσωποποιείται στο γηρασμένο Πρόεδρο Chirac), καθώς και την ιδεολογική γραφειοκρατία (Μ.Μ.Ε., Μ.Κ.Ο., ακαδημαϊκή διανόηση) και βεβαίως την άρχουσα οικονομική ελίτ: Όλοι ενέχονται στο διαρκές έγκλημα εις βάρος του Γαλλικού Λαού: η άρχουσα οικονομική ελίτ λόγω δόλου και αισχροκερδείας, η πολιτική ελίτ λόγω συνεργείας (είτε εκ προθέσεως, είτε τουλάχιστον εξ αμελείας, και η κατ’ ευφημισμόν «πνευματική» ηγεσία λόγω ιδεοληψίας. Η απάντηση του θυμωμένου Λαού θα δοθεί το 2007, έτος προεδρικών εκλογών. Και θα είναι συντριπτική. «Πολιτικό σεισμό» στη Γαλλία είχε προφητεύσει ο καλός συντάκτης της γερμανικής «Rheinischer Merkur» την επομένη της ενάρξεως ενταξιακών διαπραγματεύσεων Ε.Ε.- Τουρκίας (Οκτώβριος 2005), εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο οι ιθύνουσες ελίτ αντιμετώπισαν την εκπεφρασμένη απόλυτη και καθολική εναντίωσή του (κατ’ όνομα κυριάρχου) Γαλλικού Λαού στο μείζον αυτό ζήτημα για την επιβίωση της Ευρώπης. Μετά και την τωρινή έκρηξη της εθνοπολιτισμικής συγκρούσεως, ακόμη και η έκφραση «σεισμός» φαντάζει βεβαίως εξαιρετικά ήπια!
Μέχρι τότε, οι πολιτικοί διαχειριστές θα αναζητούν τη δέουσα λύση στο πρόβλημα που οι ίδιοι δημιούργησαν. Οι πεπατημένες οδοί απεδείχθησαν αδιέξοδες και έτοιμες συνταγές δεν υπάρχουν. Φυσικά, θα δοθεί έμφαση, το επόμενο διάστημα, αμέσως μετά την καταστολή, στις συνήθεις «ενέσεις» (κοινωνικά επιδόματα κ.τ.λ) προς «εξαγορά της ενσωματώσεως»44 και της νομιμοφροσύνης της τεράστιας μάζας του (κατοικοεδρεύοντος πλέον εντός των πυλών) ξένου εθνοπολιτισμικού στοιχείου. Εν τούτοις, είναι διάχυτη στον ορίζοντα η αίσθηση ότι όλα αυτά ίσως επιβραδύνουν, αλλά δεν πρόκειται να αποσοβήσουν την επόμενη έκρηξη. Οπότε παραμένει έκδηλη η απορία, όπως τη διατυπώνουν άπαντες, ένθεν και ένθεν του Ατλαντικού (δοθέντος ότι το πρόβλημα δεν αφορά μόνον τη Γαλλία) και τη συνόψισε η «Le Journal du Dimanche»: «Πώς θα βγούμε;» (εννοεί: από την κρίση ή το αδιέξοδο).45
Οι ρεαλιστές αναλυτές, που λειτουργούν με γνώμονα τη λογική κρίση και την εμπειρικοϊστορική γνώση και δεν ασπάζονται τα μεταφυσικά δόγματα της Πολιτικής Θεολογίας (Paul Gottfried) του «Πολυπολιτισμικού» Μετα-Εθνικού Προοδευτισμού, γνωρίζουν ότι οι συνταγές του «κράτους-ψυχοθεραπευτού» θα αποδειχθούν, στην καλύτερη περίπτωση, ημίμετρα. Άλλωστε, με το γνώριμο βρετανικό φλέγμα το έθεσε και ο Timothy Garton Ash: «Έξι χιλιάδες πυρπολημένα αυτοκίνητα δε θα φαίνονται τίποτε περισσότερο παρά ορεκτικά» («hors-d’oeuvre»)46 εν όψει όσων επέρχονται, δεδομένου ότι ο μουσουλμανικός πληθυσμός θα βαίνει αυξανόμενος, προϊόντος του χρόνου, ένεκα του υψηλού δείκτου γεννήσεων, ενώ, καθ’ όλες τις ενδείξεις, θα συνεχισθεί και η μετανάστευση προς την Ευρώπη.
Το ζήτημα που εγείρεται, πλέον, αφορά στον εξισλαμισμό της Ευρώπης! Και εννοούμε με αυτόν τον (εσκεμμένως προκλητικό) όρο την τεράστια εθνολογική, κοινωνική και πολιτισμική μεταβολή που συντελείται τα τελευταία 30-40 χρόνια στη Γηραιά Ήπειρο. Ήταν ο μέγας Γάλλος θεράπων της Μεσαιωνικής Ιστορίας (και της Ιστορίας του Ισλάμ), ο πολύς Charles- Emmanuel Dufourcq, ο οποίος, βραχύ διάστημα προ του θανάτου του (1982), είχε πει τα εξής συνταρακτικά, άμα δε και προφητικά
«Είναι πιθανόν να ζήσουμε και πάλι στην ήπειρό μας εκείνη την αναστάτωση, την οποία ζήσαμε εξαιτίας της ισλαμικής διεισδύσεως, πριν από χίλια περίπου χρόνια, αυτήν τη φορά με άλλες μεθόδους».47
Διαφαίνεται πλέον ορατό το ενδεχόμενο να δικαιώσουν οι εξελίξεις στην Ευρώπη το Νέστορα της γερμανικής δημοσιογραφίας, Peter Scholl-Latour
Ο παλαίμαχος δημοσιογράφος, διατελέσας επί σειρά δεκαετιών ανταποκριτής του Δευτέρου Κρατικού Τηλεοπτικού Διαύλου (ZDF) και Δ/ντής της Δυτικογερμανικής Κρατικής Ραδιοφωνίας (WDR), αλλά και συγγραφεύς και ανατολιστής, ευρέθη την τελευταία δεκαπενταετία λοιδορούμενος από τους επαγγελματίες «αντιρατσιστές», λόγω της εναντιώσεώς του στη μαζική μετανάστευση μουσουλμανικών μαζών προς τη γηραιά ήπειρο (είχε δε χαρακτηρίσει το ιδεολόγημα της πολυπολιτισμικότητος ως «βλακώδη νεολογισμό του συρμού»). Ο Peter Scholl-Latour, λοιπόν, είχε προειδοποιήσει ότι το μείγμα της ακολουθούμενης μεταναστευτικής πολιτικής σε συνδυασμό με τη δυναμική της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας θα οδηγήσει σε «bosnische Verhältnisse» (ήγουν: Συνθήκες Βοσνίας) και στη Δυτική Ευρώπη!48
Με την τελευταία αυτή διαπίστωση καθίσταται αντιληπτή η οικτρά αποτυχία της εφαρμοσθείσης μεταναστευτικής πολιτικής των ευρωπαϊκών χωρών και η κατεπείγουσα ανάγκης επαναχαράξεώς της σε ευθεία συνάρτηση προς την Εσωτερική Ασφάλεια. Αμφότερα ισχύουν καθ’ ολοκληρίαν και για την Ελλάδα -ιδιαιτέρως δε σε συνάρτηση με την από ετών προϊούσα επαναβαλκανιοποίηση της Βαλκανικής (Re-Balkanization of the Balkans), τη συνακόλουθη τάση επανεξισλαμισμού της Χερσονήσου, αλλά και -ιδιατέρως- τη μείζονα απειλή για την Εθνική μας Ασφάλεια, την οποία θα αποτελέσει ο Αλβανικός Αναθεωρητισμός εντός της προσεχούς δεκαπενταετίας.
Εν προκειμένω, πρέπει ευθαρσώς να λεχθεί ότι ξενίζει το γεγονός ότι οι εξελίξεις αυτές δε φαίνεται να ανησυχούν τους Έλληνες πολιτικούς, ακόμη ολιγώτερο δε τους γνωμηγήτορες στα έντυπα και ηλεκτρονικά Μ.Μ.Ε. (ιδιαιτέρως απαράδεκτη, και από δημοκρατικής απόψεως, είναι η εικόνα της Κρατικής Τηλεοράσεως, τα δυσβάστακτη βάρη της οποίας φέρουν ως υποζύγια όλοι οι φορολογούμενοι Έλληνες πολίτες) και τη «διανόηση», που πλέει κυριολεκτικώς σε πελάγη «πολυπολιτισμικής» μακαριότητος (με μόνη, και λίαν αξιέπαινη, εξαίρεση τις εμπεριστατωμένες αναλύσεις του Περικλή Νεάρχου στο «Παρόν της Κυριακής», του Κωνσταντίνου Κόλμερ στην αυτή εφημερίδα και του Γιώργου Κύρτσου στη «City Press», καθώς και ορισμένα κριτικά άρθρα των Γιώργου Παπαγιαννόπουλου επίσης στο «Παρόν της Κυριακής», Χρυσάνθου Λαζαρίδη στον «Τύπο της Κυριακής» και Κωνσταντίνου Ιορδανίδη στην «Καθημερινή».
Η μετάλλαξη της Ελλάδας
Από δεκαπενταετίας βιώνουμε τη ραγδαία και βίαιη μετατροπή της Ελλάδος, που μέχρι το 1989 αποτελούσε θαυμαστή περίπτωση εθνικώς ομοιογενούς χώρας, σε «πολυπολιτισμική» (ήγουν: τριτοκοσμική) κοινωνία. Εν τω μεταξύ, φαίνεται ότι το πράγμα έχει τόσο προχωρήσει, ώστε ανοικτά πλέον να εξαγγέλλεται η ιστορικών διαστάσεων αλλαγή της συνθέσεως του «Πολιτικού Έθνους» αυτής της χώρας, με την παροχή εκλογικών δικαιωμάτων σε ένα τεράστιο μέγεθος αλλογενών (την οποία μετά πάθους υποστηρίζει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως -μετά τη μετάλλαξή του- και αποδέχεται, κατ’ αρχήν, και το κυβερνών κόμμα, διά των δηλώσεων του αρμοδίου υπουργού σε προσφάτως διοργανωθέν συνέδριο του Δήμου Ζωγράφου -ερήμην της βουλήσεως του Κυριάρχου Λαού, ο οποίος ουδέποτε ηρωτήθη σχετικώς!). Ομοίως, συνεχίζεται και η κατασκευή, εκ του μη όντος, μίας συμπαγούς και διακριτής εθνοπολιτισμικής μειονότητας εντός της εθνικής επικράτειας, εμφορούμενης μάλιστα από εξόχως ανεπτυγμένη εθνική αυτοσυνειδησία και αλυτρωτική εθνικιστική ιδεολογία, και της οποίας μειονότητας το εθνικό κέντρο συνορεύει με την Ελλάδα. Και όμως, αυτά τα κρίσιμα για την ίδια την επιβίωση του Ελληνισμού ως ιστορικού συλλογικού υποκειμένου και πολιτικού έθνους ζητήματα εξακολουθούν να αντιμετωπίζονται με εκπλήσσουσα αδιαφορία και πάντοτε εντός του (απαγορευτικού για κάθε επί της ουσίας συζήτηση) πλαισίου της «political correctness».
Σε αυτό, βεβαίως, συμβάλλει και η θεσμοθετημένη από το πολιτικό σύστημα απαγόρευση άμεσης, γνήσιας και ανόθευτης συμμετοχής του Λαού στη διαδικασία λήψεως ad hoc αποφάσεων επί μειζόνων ζητημάτων. Πρόκειται για μία άκρως απαράδεκτη, από δημοκρατικής απόψεως, κατάσταση, την οποία τεχνηέντως συντηρούν η ιθύνουσα πολιτική ελίτ (καλυπτόμενη πίσω από το εφεύρημα της «αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας»), αλλά και η Μετα-Εθνική, Δημοφοβική Αριστερά, η οποία έχει εξαπολύσει (παντού στην Ευρώπη, αλλά με ιδιαίτερο πείσμα στην Ελλάδα) απηνή πολεμική κατά της αμεσοδημοκρατικής ιδέας και πρακτικής (δημοψηφίσματα) και αποφεύγει, όπως ο διάβολος το λιβάνι, τη γνήσια, άμεση και άνευ διαμεσολαβητών έκφραση της volonté generale, όχι μόνο λόγω των παραδοσιακών ελιτιστικών συνδρόμων της, αλλά και επειδή προδήλως φοβάται την κρίση της σιωπηλής πλειονότητας (silent majority) του Λαού, γνωρίζουσα ότι έχει πλήρως αποκοπεί από τα λαϊκά κοινωνικά στρώματα (έχοντας καταστεί η οργανική διανόηση και ιδεολογική γραφειοκρατία της νέας παγκοσμιοποιημένης υπερεθνικής ελίτ).
Έτσι -ενώ σε χώρες, όπου γίνεται σεβαστή η Λαϊκή Βούληση, εκφραζόμενη σε ad hoc δημοψηφίσματα, οι πολιτικοί ιθύνοντες υποχρεούνται, έστω και υπό το κράτος της λαϊκής αντιστάσεως, να αναθεωρήσουν άρδην τη μέχρι τούδε ασκηθείσα πολιτική τους (ακόμη και σε χώρες παραδοσιακώς θεωρούμενες ως λαμπρά υποδείγματα ανοχής και ιδιαιτέρως επιρρεπείς σε τολμηρούς κοινωνικούς πειραματισμούς, όπως η Ολλανδία)- απεναντίας, στην Ελλάδα του αποκλεισμού του Λαού από την άμεση και ανόθευτη λήψη αποφάσεων (που έχει επιβάλει θεσμικώς η πολιτική ελίτ και αστυνομεύει ιδεολογικώς η Μετα-Εθνική, Δημοφοβική Αριστερά) ο σχετικός δημόσιος διάλογος απλώς δε διεξάγεται -ή, όταν επιτέλους διεξάγεται, στο ελάχιστο μέτρο και υπό τις συνθήκες ιδεολογικού τρόμου που διεξάγεται, εξαντλείται στη μυωπική θέαση των ευκαιριακών κερδών (για τους Ολίγους) από την εκμετάλλευση φθηνής και ανασφάλιστης εργασίας (και την ανθούσα παρα-βιομηχανία εκδόσεως πιστοποιητικών και παροχής νομικής υποστηρίξεως) ή στην πρόσκαιρη μόνον, όπως έδειξε η διεθνής εμπειρία,49 ανακούφιση των ασφαλιστικών ταμείων από τις εισφορές των νομιμοποιηθέντων μεταναστών.
Nα ελπίσει κανείς ότι θα αναθεωρήσουν οι ιθύνοντες και θα υπάρξουν, κάποια έστω, βήματα προς την ορθή κατεύθυνση; Π.χ. στο ακανθώδες ζήτημα περί την ανέγερση «Ισλαμικού Κέντρου» (και όχι απλώς «θρησκευτικού τεμένους») και δη στην πύλη εισόδου της χώρας; Υπό το φως των τελευταίων εξελίξεων και της όλης ευρωπαϊκής εμπειρίας είναι σκόπιμο και επιβεβλημένο να αντισταθούν οι πολιτικοί ιθύνοντες σε δογματικές απόψεις, οι οποίες ενδεχομένως ικανοποιούν κάποιους ακραίους ιδεοληπτικούς διεθνιστικούς κύκλους (με δημόσια επιρροή και οχλαγωγία εξαιρετικά δυσανάλογη προς την πραγματική τους απήχηση στους νομοταγείς πολίτες της χώρας μας), αλλά δε συνάδουν προς την αμείλικτη πραγματικότητα.
Όταν από την Αγγλία έως την Ολλανδία -χώρες που εθεωρούντο κοιτίδες της θρησκευτικής και εν γένει πολιτισμικής ανοχής- απαγορεύουν τη διδασκαλία Σαουδαράβων (για τους γνωστούς σε όλους λόγους) και όταν η Ευρώπη φλέγεται, τότε είναι τουλάχιστον άτοπο και επικίνδυνο εδώ -στην Ελλάδα- να καλπάζουμε με απερισκεψία προς την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση! Εάν το κράτος θεωρεί ότι υπάρχει ανάγκη -και προφανώς υπάρχει- ικανοποιήσεως των (καθ’ όλα σεβαστών) θρησκευτικών αναγκών των Μουσουλμάνων που διαβιούν εν Ελλάδι, οφείλει το ίδιο (το κράτος) να αναλάβει και να φέρει και την πλήρη ευθύνη και εποπτεία του σχετικού ιδρύματος και του προσωπικού του, σε όλες τις φάσεις και πτυχές της λειτουργίας του. Ειδάλλως, διακινδυνεύουμε να έχουμε εξαιρετικά αρνητικές εξελίξεις στο μέλλον. Καλόν είναι να είμεθα Προμηθείς και όχι Επιμηθείς!
«Δεν είναι δώδεκα παρά πέντε, αλλά δώδεκα και μισή», κατά την αγωνιώδη ύστατη προειδοποίηση της ανωτέρω αναφερθείσης Βελγίδας πολιτικού και συγγραφέως, μουσουλμανικής/μεταναστευτικής καταγωγής.
Πρέπει, έστω και τώρα, να το αντιληφθούμε και να αναλογισθούμε σοβαρά όχι μόνον το ευρύτερο κοινωνικό κόστος, αλλά πολύ περισσότερο το κόστος στην Εθνική Ασφάλεια, το οποίο μπορεί να επιφέρει -σε μία προοπτική δεκαπενταετίας και υπό ορισμένες γεωπολιτικές και διεθνοπολιτικές συνθήκες- η βεβιασμένη και άνευ σαφούς και συγκροτημένου «corpus» κριτηρίων ένταξη αλλοτρίων εθνοπολιτισμικών μορφωμάτων στον εθνικό χώρο (και στο εκλογικό σώμα).
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
01. Πρβλ. FAZ, 24/11/2004.
02. Όρα Brimelow, Peter, «Alien Nation. Common Sense About America’s Immigration Disaster», NY 1995/1996, σελ. 202 κ. εξ., ιδίως σελ. 210.
03. Luhmann, N., Art. Gesellschaft (4) und Wienold, H., Art. Gesellschaft (5,6) εις: Fuchs, W. et al. (Hrsg.), «Lexikon zur Soziologie», Opladen 1988, σ. 268 κ.εξ.
04. Gehlen, Arnold, «Der Mensch», Bonn 1958, σ. 39 κ.εξ. και 85 κ.εξ.
05. Περί της κρατούσης ιδεολογικής τρομοκρατίας όρα Finkielkraut, Alain, «Régister au discours de la dénonciation», Le Journal Du Sida, Avril 1995.
06. Hofstätter, P.R., «Einführung in die Sozialpsychologie», Stuttgart 1959, σ. 92.
07. Πρβλ. Brimelow, «Alien Nation».
08. Όρ. ανωτ., σελ. 17 κ. εξ.
09. Paine, Thomas, Common Sense, The Rights of Man, and Other Essential Writings of Thomas Paine, NY 1984, σελ. 39 κ. εξ.
10. Πρβλ. Brimelow, σελ. 14-16 και 141.
11. Πρβλ. Mercer, Ilana, «The Problem With Immigration», «Return To Reason», World Net Daily, 6/2/2002.
12. Πρβλ. Huntington, Samuel P., «Who Are We? The Crisis of American Indentity».
13. Το δεσποτικό Οσμανικό Κράτος προπαγανδίζεται σήμερα -λόγω του πολυπολιτισμικού χαρακτήρα του- ως ειδυλλιακός «παράδεισος επί της γης» για όλους τους εντός αυτού διαβιούντες λαούς, μέχρις ότου ο «απαίσιος» εθνικισμός, αρχικώς των Ελλήνων και των Σέρβων εν συνεχεία και των λοιπών υποτελών λαών, κατέστρεψε αυτό το υποτιθέμενο υπόδειγμα ανοχής και αρμονικής συμβιώσεως λαών και θρησκειών. Ατυχώς, το στερεότυπο αυτό κυριαρχεί στους Ιδεολογικούς Μηχανισμούς των δυτικών κρατών, όπως γνωρίζουμε εξ ιδίας πείρας, εξαιτίας όχι μόνον της αρίστης εργασίας των οργάνων της τουρκικής προπαγάνδας εν Ευρώπη (ως ο Δ/ντής του Κέντρου Τουρκικών Σπουδών του Essen, Καθηγητής Faruk Sen), αλλά και εξαιτίας της ένθερμης υποστήριξης εκ μέρους της συνοδοιπορούσης ευρωπαϊκής «προοδευτικής» ακαδημαϊκής ελίτ, συμπεριλαμβανομένης και της αντίστοιχης ελληνικής.
14. Conway, David, «In Defence of the Realm. The Place of Nations in Classical Liberalism».
15. Πρβλ. Taguieff, P.-A., «La force du prejuge – Essai sur le racisme et ses doubles», Paris 1987.
16. De Borchgrave, όρ. ανωτ.
17. Πρβλ. Jäger, Lorenz, «tikulturalismus», FAZ, 23/11/2004.
18. Finkielkraut, «Hysterie et heritage», Libération, 22-23/2/1997.
19. Πρβλ. Jäger, ένθ. ανωτ.
20. Lattas, Peter, «Das Ende der Integrationslüge. Brennende Parallelgesellschaften: Frankreich ist nicht anders, es ist nur früher dran als Deutschland», JF, 11/11/2005.
21. Όρ. ανωτ.
22. Όρα Μάζη, Ιωάννου Θ., Γεωγραφία του Ισλαμιστικού Κινήματος στη Μέση Ανατολή, Αθήναι 1999.
23. Trifkovic, S., «Intifada in France», Chronicles, 4/11/2005.
24. Πρβλ. ανωτ.
25. Ferguson, Niall, «Eurabia?», New York Times Magazine, 4/4/2004.
26. Πρβλ. Ye’or, ένθ. ανωτ., σελ. 63.
27. Πρβλ. Ye’or, Fonte, Trifkovic κ.ά.
28. Dumont, πρβλ. ανωτ.
29. Πρβλ., Israeli, Raphael, «Fundamentalist Islam and Israel», The Jerusalem Center for Public Affairs, New York 1993, σελ. 183 κ. εξ.
30. Naber, πρβλ. ανωτ., σελ. 1 και 8.
31. Για την υπαρκτή και άμεση συνάρτηση μεταναστεύσεως και εγκλήματος πρβλ. Brimelow, «Social Consequences of Immigration: Crime», εις: του ιδίου, ένθ. ανωτ., σελ. 182 κ.εξ.
32. Άπαντα τα κατατιθέμενα στοιχεία προέρχονται από τις σημειώσεις διαλέξεων του σερβικής καταγωγής Αμερικανού Καθηγητού, S. Trifkovic, στο St. Michael’s School στο Silverado της Καλιφορνίας, από το πολύκροτο έργο του ιδίου «The Sword of the Prophet: A Politically-Incorrect Guide to Islam», καθώς και από γερμανικές πολιτικές επιθεωρήσεις.
33. Πρβλ. ανωτ.
34. Πρβλ. Schümer, Dirk, «tikulturalismus. Europas Lebenslüge», FAZ, 10/11/2004.
35. Whitlock, Craig, «For Public Figures in Netrherlands, Terror Becomes a Personal Concern», Washington Post, 11/11/2005.
36. Πρβλ. Lattas, ένθ. ανωτ.
37. Αξιοσημείωτη η κολοσσιαία διαφορά και περιεχομένου και ύφους προς όσα, και προσφάτως, ελέχθησαν εν Ελλάδι από επιφανείς πολιτικούς αμφοτέρων των κομμάτων εξουσίας και, φυσικά, της Αριστεράς, εξ αφορμής του – προφανώς κατ’ ευφημισμόν καλουμένου – «Μεταναστευτικού Νόμου», ο οποίος, σε δύο τουλάχιστον κρίσιμα σημεία, ορίζει ακριβώς τα αντίθετα των όσων επιτακτικώς απαιτούν οι σημερινές εξελίξεις: πρώτον, νομιμοποιεί εκ των υστέρων, για τρίτη φορά, την διάπραξη του αδικήματος της παρανόμου εισόδου στην χώρα μας, αποστέλλοντας έτσι – εξ αντικειμένου – το ευκρινές μήνυμα προς τους οργανωτές του Διεθνικού Δουλεμπορίου ότι, θάττον ή βράδιον, η λαθρομετανάστευση εν Ελλάδι νομιμοποιείται, γεγονός που, κατά σωρευμένη εμπειρία των Δυτικών Κρατών και ιδικήν μας, δίδει το πράσινο φως για την εισβολή και νέας, τετάρτης, στρατιάς λαθρο-μεταναστών, και, δεύτερον, υιοθετώντας το μοιραίο, όπως είδαμε, κριτήριο της οικογενειακής επανενώσεως οδηγεί στον θεαματικό πολλαπλασιασμό του ήδη δυσαναλόγως υψηλού για τα πληθυσμιακά δεδομένα της χώρας μας ποσοστού αλλοδαπών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την εθνολογική και κοινωνική συνοχή και την εθνική ασφάλεια, μακροπροθέσμως.
38. Naber, πρβλ. ανωτ.
39. Πρβλ. ανωτ., σελ. 6 κ. εξ.
40. Le Soir, 20/11/2004.
41. Naber, πρβλ. ανωτ., σελ. 4.
42. Και η «monde diplomatique» θορυβήθηκε και ομίλησε περί «συμμαχίας Εβραίων και Φασιστών»! Πρβλ. Naber, ένθ. ανωτ., σελ. 10.
43. Πρβλ. Lévy, FAS, 13/11/2005.
44. Held, όρ. ανωτ.
45.Le Journal du Dimanche, 6/11/2005.
46. The Guardian, 10/11/2005.
47. Dufourcq, «La Vie Quotidienne», 9-10.
48. Συνέντευξη του Peter Scholl-Latour: Schwarz, Moritz, «Dann gibt es bei uns bosnische Verhältnisse», JF, 17./24. Dezember 2004.
49. Για μία ψύχραιμη και απομυθοποιημένη προσέγγιση των αληθών οικονομικών συνεπειών της μαζικής μεταναστεύσεως πρβλ. Brimelow, ένθ. ανωτ., σελ. 138 κ.εξ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου