Τετάρτη 23 Μαρτίου 2011

Το μνημόνιο απέτυχε


«Ένα μυστικό που το γνωρίζουν δύο δεν είναι πλέον μυστικό», λέει ο λαός μας και αργά ή γρήγορα βγαίνει στην επιφάνεια και το μαθαίνουν όλοι, ό,τι ακριβώς δηλαδή συμβαίνει με την κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου και τις μέχρι τώρα κινήσεις και αποφάσεις της οι οποίες και μας οδήγησαν στην τρόικα και το περιβόητο μνημόνιο. Μάθαμε λοιπόν πως επαφές του Γιώργου Παπανδρέου με τους ανθρώπους του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου υπήρχαν όχι μόνο αμέσως μετά τις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου του 2009 αλλά και πριν από τις εκλογές. Όσο για το τι συζητήθηκε κατά τη διάρκεια αυτών των συναντήσεων, φαντάζομαι πως η κουβέντα που έγινε δεν είχε να κάνει με τις νέες τάσεις της μόδας αλλά ούτε και με το ποιος θα είναι ο φετινός πρωταθλητής στο ποδοσφαιρικό πρωτάθλημα της χώρας μας. Με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο μόνο ένα πράγμα μπορεί να συζητήσει κανείς κι αυτό πλέον το έχουμε καταλάβει όλοι μας.
Άρα ήδη δύο μεγάλα ψέματα τα οποία η κυβέρνηση αυτή είπε στον ελληνικό λαό αποκαλύφθηκαν, το ένα φυσικά αφορά στην περιβόητη φράση «λεφτά υπάρχουν» του αρχηγού της τότε αξιωματικής αντιπολίτευσης Γιώργου Παπανδρέου, ο οποίος ήξερε καλύτερα από τον καθένα ότι λεφτά δεν υπάρχουν και γι’ αυτό άρχισε τόσο νωρίς τις επαφές του με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Το δεύτερο μεγάλο ψέμα είχε να κάνει με τη δέσμευση της κυβέρνησης ότι η χώρα μας δε θα χρειαστεί να καταφύγει στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο κι ότι θα τα βγάλει πέρα μόνη της. Η προσφυγή στο ΔΝΤ ήταν προαποφασισμένη ακόμα από την εποχή που στην κυβέρνηση ήταν η Νέα Δημοκρατία.
Αν όμως την κίνηση αυτή την είχε κάνει ο Κώστας Καραμανλής, με δεδομένες και τις συνθήκες που την περίοδο εκείνη επικρατούσαν στη χώρα μας, η κυβέρνησή του θα έπεφτε μέσα σε λίγες μέρες. Επόμενη κυβέρνηση φυσικά θα ήταν το ΠΑΣΟΚ το οποίο ως σοσιαλιστικό κίνημα δε θα είχε καμία δικαιολογία να συνεχίσει αυτό που θα είχε ξεκινήσει ο κύριος Καραμανλής. Η λύση λοιπόν ήταν μία, να φύγει από την κυβέρνηση ο Καραμανλής, να αναλάβει τη χώρα ως σοσιαλιστής που θα δώσει τα πάντα στο λαό ο Γιώργος Παπανδρέου, ο οποίος όμως ξαφνικά στην πορεία θα διαπιστώσει πως η χώρα που παρέλαβε δεν έχει καμία σχέση με τις περιγραφές που του είχαν κάνει και η προσφυγή στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο θα ήταν για εκείνον μονόδρομος.
Όλα λοιπόν έγιναν βάσει ενός καλομελετημένου σχεδίου, το οποίο γνώριζαν όλοι εκτός από το λαό. Εδώ βέβαια υπάρχει ένα πολύ σοβαρό και αναπάντητο για την ώρα ερώτημα, όχι δικό μου αλλά ορισμένων εκ των εμπειρότερων οικονομολόγων στην Ευρώπη. Είναι δυνατόν μια χώρα που έχει ένα τόσο μεγάλο χρέος να τη φορτώνεις με 110 δις ευρώ επιπλέον χρέος; Είναι σαν να προσπαθεί κάποιος να θεραπεύσει ένα ναρκομανή δίνοντάς του κι άλλη ηρωίνη.
Οι δανειστές μας φυσικά δεν έχουν κανένα λόγο να ενδιαφέρονται για τους Έλληνες και την τύχη τους, το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να πάρουν πίσω τα χρήματά τους και φυσικά μέρος αυτών των χρημάτων θα μπορούσε να συγκεντρωθεί μόνο με περικοπές σε μισθούς και συντάξεις. Το περίεργο όμως στην όλη υπόθεση είναι που ενώ όλοι μιλάνε για έναν υπερφορτωμένο δημόσιο τομέα του οποίου οι υπάλληλοι αγγίζουν το ένα εκατομμύριο και οι περισσότεροι εξ αυτών αποτελούν κομμάτι αυτού που λέμε πελατειακές σχέσεις, εκεί δεν είδαμε να υπάρχει μέχρι τώρα ούτε μια απόλυση ενώ αντίθετα στον ιδιωτικό τομέα οι απολύσεις που έχουν γίνει μέχρι σήμερα είναι εκατοντάδες χιλιάδες.
Τώρα βέβαια που το πρόβλημα φάνηκε στην πραγματική του διάσταση και οι αριθμοί για την κυβέρνηση δε βγαίνουν, οι λύσεις που μπορούν να φέρουν άμεσα κάποια χρήματα στα κρατικά μας ταμεία είναι δύο. Η μία είναι να γίνουν και νέες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, αλλά αυτό μάλλον είναι δύσκολο να γίνει αφού μια τέτοια απόφαση θα προκαλέσει τεράστιες αντιδράσεις. Η αμέσως επόμενη σε σειρά λύση λοιπόν είναι να μειωθούν ή ακόμα και να καταργηθούν ορισμένα από τα αναπηρικά και τα πολυτεκνικά επιδόματα, καθώς και το επίδομα ανεργίας και μάλιστα σε μια εποχή που οι άνεργοι πολλαπλασιάζονται με γεωμετρική πρόοδο. Για να πληρώσουμε δηλαδή τους δανειστές μας θα πρέπει να καταδικάσουμε σε εξαθλίωση ανθρώπους τυφλούς, ανθρώπους κατάκοιτους, ανθρώπους με ένα χέρι ή με ένα πόδι οι οποίοι δεν έχουν κανένα άλλο εισόδημα και ζουν μόνο με το επίδομα που τους δίνει η πρόνοια.
Επίσης, σε μια εποχή που οι οικογένειες με τρία και τέσσερα παιδιά στερούνται ακόμα και τα απολύτως απαραίτητα, το υπουργείο Οικονομικών εξετάζει το ενδεχόμενο να μειώσει τα τριτεκνικά και πολυτεκνικά επιδόματα που τους δίνει, χωρίς κανένας από την κυβέρνηση να σκεφτεί πώς θα τα βγάζουν στο εξής πέρα αυτοί οι άνθρωποι. Εξαφανίζεται δηλαδή ακόμα και το τελευταίο ίχνος του κοινωνικού προσώπου αυτού του κράτους. Μόνο που το κράτος το οποίο δεν έχει κοινωνικό πρόσωπο, δεν είναι πολιτισμένο. Τον πολιτισμό σε μια χώρα δεν τον φέρνουν ούτε τα μουσεία ούτε και τα αγάλματα, τον φέρνει η κοινωνική πολιτική η οποία όμως στη χώρα μας είναι μια έννοια υπό εξαφάνιση.
Όλα αυτά φυσικά αρχίζουν σιγά, σιγά να τα αντιλαμβάνονται και μέσα στο ΠΑΣΟΚ, οι πράσινες φωνές που διαφωνούν με τις πολιτικές αποφάσεις της κυβέρνησης πολλαπλασιάζονται καθημερινά κι αυτό έχει ως άμεση συνέπεια την πλήρη ασυνεννοησία. Λέει κάτι ο υφυπουργός και μετά από μια ώρα τον διαψεύδει ο υπουργός, ενώ την επόμενη μέρα λέει ο πρωθυπουργός κάτι τελείως διαφορετικό από αυτό που είπαν και οι δύο. Αυτό πέραν όλων των άλλων καταδεικνύει και την παντελής έλλειψη σχεδίου, δείχνει με λίγα λόγια ότι απλά βαδίζουμε στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα.
Εδώ όμως οι κυβερνώντες θα πρέπει να λάβουν πολύ σοβαρά υπόψη τους ένα πολύ σημαντικό στοιχείο, ότι δηλαδή η υπομονή του κόσμου, την οποία μάλιστα κάποιοι την εξέλαβαν ως ανοχή, εξαντλείται. Ήδη είχαμε τις πρώτες αποδοκιμασίες τόσο του πρωθυπουργού στη Γερμανία όσο και του αντιπροέδρου της κυβέρνησης στη Γαλλία, αποδοκιμασίες που για την ώρα είναι ευτυχώς ειρηνικές αλλά δεν ξέρω για πόσο ακόμα θα είναι έτσι.
Οι επόμενες αποφάσεις που η κυβέρνηση αυτή θα κληθεί να λάβει θα είναι πολύ πιο δύσκολες από αυτές που ήδη έχει λάβει και για το λόγο αυτό επιμένω να λέω πως οι πρόωρες εκλογές για τον Γιώργο Παπανδρέου είναι πλέον μονόδρομος. Οι επόμενες αποφάσεις θα είναι τόσο βαριές που είναι αδύνατο να καταφέρει να τις σηκώσεις στις πλάτες του μόνο του το ΠΑΣΟΚ, εδώ χρειάζονται πολλές πλάτες και αυτές θα έρθουν μόνο μέσα από την πρόωρη κάλπη.
Ένα άλλο ζήτημα το οποίο μας απασχόλησε το τελευταίο διάστημα και φοβάμαι πως θα μας απασχολεί για πολύ καιρό ακόμα είναι το αν θα εκποιηθεί ή απλά θα αξιοποιηθεί η δημόσια περιουσία μας. Για όσους πάντως είναι σε θέση να μεταφράσουν κατά λέξη το μνημόνιο, θα δουν ότι εκεί γίνεται λόγος για εκποίηση, δηλαδή για ξεπούλημα και όχι για απλή αξιοποίηση της ελληνικής δημόσιας περιουσίας. Ακόμα δηλαδή και η μετάφραση του μνημονίου που μας έδωσαν είναι ψεύτικη αφού η τρόικα ζητάει το πούλημα και όχι την ενοικίαση ή την οποιασδήποτε άλλης μορφής αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας της χώρας μας.
Ακόμα όμως κι αν τελικά πάμε σε αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και όχι σε ξεπούλημά της, το κέρδος που θα έχουμε θα είναι 50 δις ευρώ με το οποίο υποτίθεται ότι θα αποπληρώσουμε μέρος των χρεών μας. Ας δούμε όμως λίγο τι λένε και οι αριθμοί. Αυτή τη στιγμή η πατρίδα μας χρωστάει 345 δις ευρώ τα οποία σύμφωνα με τις επίσημες μελέτες οικονομολόγων, το 2015 θα έχουν γίνει 393 δις ευρώ. Αν λοιπόν από αυτά τα 393 δις ευρώ χρέη που θα έχουμε ως χώρα το 2015 αφαιρέσουμε τα 50 δις ευρώ που θα έχουμε πάρει από την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, θα φτάσουμε πάλι στα σημερινά επίπεδα του χρέους μας, με λίγα λόγια θα έχουμε κάνει για άλλη μια φορά μια τρύπα στο νερό. Ποιο λοιπόν το όφελος από την αξιοποίηση ή την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας;
Βέβαια κυβερνητική θέση για το τεράστιο αυτό χρέος της χώρας σύμφωνα με τον κύριο Πάγκαλο είναι ότι «τα φάγαμε μαζί». Προσωπικά με την άποψη αυτή διαφωνώ, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά στον εαυτό μου. Εγώ δεν έχω υπό την κατοχή μου ούτε ένα τετραγωνικό από τις βίλες του κυρίου Τσοχατζόπουλου, δεν πήρα ούτε ένα από το ένα εκατομμύριο μάρκα που πήρε από τη SIEMENS ο κύριος Τσουκάτος επί εποχή Σημίτη, δεν μπήκε ούτε ένα ευρώ από τις χορηγίες που πήρε ο κύριος Μαντέλης και φυσικά δεν κάπνισα ούτε ένα από τα περίφημα πούρα του κυρίου Κοντού. Άρα δεν τα φάγαμε μαζί.
Ακόμα όμως κι αν το δεχτούμε αυτό, ότι δηλαδή τα φάγαμε μαζί, δεν καταλαβαίνω γιατί δεν τα πληρώνουμε κιόλας μαζί; Εγώ για την ώρα βλέπω να πληρώνει μόνο ο λαός, ο ένας δηλαδή από αυτούς που τα έφαγαν μαζί. Η άλλη πλευρά δε θα πληρώσει τίποτα; Αυτούς βέβαια που εγώ αποκαλώ ως λαό, ο κύριος Πάγκαλος τους λέει «κοπρίτες» κι εδώ τα πράγματα αρχίζουν και μπερδεύονται. Ακούμε πολλές φορές κυβερνητικά στελέχη να λένε ότι ο λαός τους έδωσε την εντολή για να σώσουν τη χώρα. Φυσικά και δεν πήραν ποτέ καμία τέτοια εντολή, ο λαός τους ψήφισε γιατί του είπαν «λεφτά υπάρχουν» και όχι επειδή του είπαν πως δεν υπάρχει ούτε ευρώ κι εκείνοι έρχονται για να σώσουν τη χώρα. Εμένα όμως δε με απασχολεί και πολύ αυτό, άλλη είναι η απορία μου. Ποιος λαός τους ψήφισε, αυτός που έκανε και εξακολουθεί να κάνει τόσες θυσίες για το καλό της πατρίδας μας ή οι «κοπρίτες»; Με λίγα λόγια ο κύριος Πάγκαλος ομολόγησε ότι η κυβέρνηση αυτή είναι εκλεγμένη από «κοπρίτες», τον ίδιο δεν τον υποτιμά να συμμετέχει σε μια τέτοια κυβέρνηση; Εγώ θα ντρεπόμουν να πω ότι με ψήφισαν «κοπρίτες» ενώ εκείνος φαίνεται να καμαρώνει.
Εκείνο βέβαια που έχει περισσότερο απ’ όλα σημασία είναι πως το μνημόνιο που θα έσωνε τη χώρα μας απέτυχε, τα αποτελέσματά του είναι τελείως αντίθετα από αυτά που μας είχαν υποσχεθεί. Ό,τι και να κάνει η Ελλάδα, όσα μνημόνια και να υπογράψει, αυτό το τεράστιο χρέος που έχει δεν μπορεί να το αποπληρώσει. Το μόνο που πετυχαίνουμε είναι να υποθηκεύουμε το μέλλον όχι μόνο των παιδιών μας αλλά και των παιδιών των παιδιών μας. Το πιο τραγικό και προκλητικό παράλληλα απ’ όλα είναι που για την κατάντια αυτή της χώρας μας δε θα πληρώσει ποτέ κανένας από εκείνους που πραγματικά έφταιξαν. Στη χώρα που λένε πως γεννήθηκε η δημοκρατία πάντα πλήρωνε ο λαός κι αυτό θα γίνει και τώρα, θα δούμε δηλαδή το ίδιο έργο σε επανάληψη.

Σ. Καραχότζα

Λουκέτο ή αναδιάρθρωση;


Σε πλήρες αδιέξοδο φαίνεται να οδηγείται η τελευταία συνεταιριστική βιομηχανία της Ξάνθης η οποία πέρα από τα χρέη που έχει, δε φαίνεται ικανή να αναστρέψει το αρνητικό κλίμα και να βελτιώσει τη θέση και την παρουσία της στην αγορά. Δυστυχώς τα όσα ακούγονταν εδώ και πολύ καιρό περί λουκέτου στη ΣΕΚΑΠ δε φαίνεται να απέχουν και πολύ από την πραγματικότητα, η εταιρία δείχνει να πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο κι αν τελικά δεν αποφευχθεί το μοιραίο, όχι μόνο υπάρχει ο κίνδυνος να βρεθούν στο δρόμο όλοι της οι εργαζόμενοι αλλά και να δοθεί η χαριστική βολή στην τοπική μας οικονομία και ανάπτυξη η οποία εδώ και πολλά χρόνια στηρίχθηκε κατά ένα μεγάλος μέρος της στα συνεταιριστικά εργοστάσια και γενικότερα στη βιομηχανία.
Σε μια εποχή λοιπόν που η Θράκη γνωρίζει την εντονότερη ίσως στην ιστορία της αποβιομηχάνιση, το κλείσιμο ενός ακόμα εργοστασίου θα ήταν ό,τι χειρότερο θα μπορούσε να μας συμβεί. Από την άλλη όμως, εκ του αποτελέσματος πλέον φαίνεται πως η ΣΕΚΑΠ, συνεχίζοντας να λειτουργεί με τον τρόπο και τη νοοτροπία που λειτουργεί όλα αυτά τα χρόνια, δεν έχει την παραμικρή πιθανότητα να σωθεί.
Τα πράγματα βέβαια γίνονται ακόμα πιο δύσκολα τώρα που η Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδας θέλει όσο ποτέ άλλοτε να απεμπλακεί από τέτοιου είδους δραστηριότητες. Από την άλλη όμως, είναι φυσικό να πρέπει η εν λόγω τράπεζα να προσαρμοστεί στον τρόπο λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος πανευρωπαϊκά και να περιοριστεί πλέον μόνο σε δράσεις που έχουν χρηματοπιστωτικό χαρακτήρα και περιεχόμενο. Εξάλλου η λύση στο πρόβλημα της ΣΕΚΑΠ δεν είναι να υπάρχει από πίσω της μια τράπεζα η οποία διαρκώς θα τη χρηματοδοτεί και θα καλύπτει τις χρηματικές τις ανάγκες. Μια εταιρία για να θεωρηθεί βιώσιμη θα πρέπει και να είναι σε θέση να ανταποκρίνεται μόνη της στις ανάγκες λειτουργίας της και όχι να έχει ως μαξιλάρι μια τράπεζα η οποία σε περίπτωση που καταρρεύσει, θα καταρρεύσει μαζί της και όλος ο αγροτικός κόσμος.
Άρα στο σημείο που έχει φτάσει πλέον η ΣΕΚΑΠ χρειάζεται δραστικές λύσεις και όχι ρομαντισμό, υποθέτω πως όλοι μας θα θέλαμε η εταιρία αυτή να διατηρήσει το συνεταιριστικό της χαρακτήρα, να μην πειραχθεί τίποτα στις εργασιακές σχέσεις των υπαλλήλων της και φυσικά όχι μόνο να μη χαθεί καμία θέση εργασίας αλλά να δημιουργηθούν και νέες. Όλα αυτά όμως με τις υπάρχουσες συνθήκες μοιάζουν πιο πολύ με σενάρια επιστημονικής φαντασίας παρά με μια πραγματικότητα και εδώ ακριβώς πρέπει τόσο οι εργαζόμενοι της ΣΕΚΑΠ όσο και η διοίκησή της να αποφασίσουν τι ακριβώς θέλουν. Θέλουν μια ΣΕΚΑΠ η οποία θα μείνει ως έχει και η κατάστασή της διαρκώς θα επιδεινώνεται ή θέλουν μια εταιρία η οποία θα εξακολουθεί να υπάρχει, θα γίνει ανταγωνιστική κι άρα θα εξακολουθεί και θέσεις εργασίας να δίνει και στην ανάπτυξη της περιοχής μας να συμβάλλει.
Μήπως ήρθε η ώρα να γίνουν από όλες τις πλευρές ορισμένες αναγκαίες για τη διάσωση της εταιρίας θυσίες. Μήπως η ΣΕΚΑΠ θα πρέπει να προσαρμοστεί στον τρόπο λειτουργίας των υπόλοιπων καπνοβιομηχανιών; Μήπως πλέον θα πρέπει να μείνει στο παρελθόν η εταιρία που απασχολούσε εκατό άτομα στην παραγωγή και διακόσια διευθυντικά στελέχη; Μήπως επιτέλους θα πρέπει να προσεχθεί κάπως πιο πολύ και το τμήμα προώθησης των προϊόντων που παράγει η ΣΕΚΑΠ;
Καθημερινά συναντάμε στους δρόμους υπαλλήλους άλλων καπνοβιομηχανιών των οποίων η αποκλειστική δουλειά είναι να προωθούν τα προϊόντα που παράγει η εταιρία τους, ενώ η ΣΕΚΑΠ ποτέ δεν έκανε ποτέ κάτι αντίστοιχο στον ίδιο βαθμό. Ακόμα και τώρα που έβγαλε καινούριο σήμα τσιγάρων, δεν είδαμε να γίνεται καμιά σοβαρή προσπάθεια προώθησής τους κι αυτό από μόνο του αποδεικνύει πως μέσα στη συγκεκριμένη εταιρία δε λειτουργεί σχεδόν τίποτα όπως πρέπει.
Ο μόνος τρόπος για να μπουν σήμερα χρήματα και όχι λουκέτο στη ΣΕΚΑΠ είναι η είσοδος σ’ αυτή και ιδιωτών και πραγματικά δεν καταλαβαίνω το λόγο για τον οποίο οι εργαζόμενοι της βιομηχανίας αντιδρούν σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Προτιμούν δηλαδή ένα συνεταιριστικό εργοστάσιο το οποίο με μαθηματική ακρίβεια θα καταλήξει στο λουκέτο κι άρα θα σπρώξει στην ανεργία τόσους ανθρώπους και όχι ένα εργοστάσιο στο οποίο θα συμμετέχουν και ορισμένοι ιδιώτες με αποτέλεσμα να παραμείνει ανοιχτό και να εξακολουθεί να δίνει ψωμί σε εκατοντάδες οικογένειες; Ποιο από τα δύο αλήθεια είναι προτιμότερο;
Επιτέλους πρέπει ορισμένες αλήθειες, όσο κι αν πονάνε, να ειπωθούν. Διοικήσεις που διορίζονται από την εκάστοτε κυβέρνηση εννοείται πως δεν είναι το ίδιο αποτελεσματικές με τις διοικήσεις των ιδιωτικών βιομηχανιών. Αυτό άλλωστε το είδαμε και με τα υπόλοιπα συνεταιριστικά εργοστάσια της περιοχής μας. Η ΣΕΒΑΘ και η ΣΕΠΕΚ έκλεισαν ενώ η ΡΟΔΟΠΗ η οποία απλώς πουλήθηκε, εξακολουθεί να λειτουργεί και να ταΐζει όχι μόνο τις οικογένειες όσων εργάζονται εκεί αλλά και τις οικογένειες εκατοντάδων κτηνοτρόφων οι οποίοι πωλούν το γάλα που παράγουν στη ΡΟΔΟΠΗ.
Αν λοιπόν δε γίνει αναδιάρθρωση ως προς τον τρόπο λειτουργίας της ΣΕΚΑΠ, αν δε ματώσουμε όλοι μας, εργαζόμενοι, διοίκηση, μέτοχοι και κοινωνία, λύση δεν πρόκειται να βρεθεί. Ήρθε η ώρα να διαλέξουμε τι πραγματικά θέλουμε όλοι μας, μια ΣΕΚΑΠ που θα έχει την κατάληξη των υπόλοιπων συνεταιριστικών εργοστασίων ή μια ΣΕΚΑΠ που θα αποτελεί ένα μεγάλο κομμάτι της τοπικής μας ανάπτυξης;
Ξέρω πως με αυτά που λέω θα διαφωνήσουν πολλοί, δημοσιογράφοι και πολίτες και κυρίως οι εργαζόμενοι της ΣΕΚΑΠ οι οποίοι καλά κάνουν και δε θέλουν να πειραχθεί τίποτα από την εργασιακή σχέση που έχουν με την εταιρία. Όταν αυτό είναι εκ των πραγμάτων αδύνατον, τότε πρέπει να επιλέγεται η αμέσως επόμενη καλύτερη λύση. Κι αν τώρα ορισμένοι πουν ότι το με το άρθρο μου αυτό υπονομεύω τα συμφέροντα των εργαζομένων της ΣΕΚΑΠ, θα έρθει η ώρα που τις γραμμές αυτές θα τις διαβάζουν με νοσταλγία διότι θα έχουν καταλάβει με αυτά που γράφω, ουσιαστικά τα συμφέροντα των εργαζομένων και της τοπικής κοινωνίας στηρίζω. Αν κλείσει οι συνεταιριστική αυτή βιομηχανίας δε θα μπορεί να δίνει μισθούς ούτε των χιλίων ούτε και των εφτακοσίων ευρώ ενώ αν μπουν μέσα σε αυτή και ιδιώτες, ναι μεν οι μισθοί πιθανότατα θα περιοριστούν αλλά τουλάχιστον θα εξακολουθούν να υπάρχουν.
Όλα αυτά που τώρα συμβαίνουν στη ΣΕΚΑΠ, τα είχαμε ουσιαστικά προβλέψει τότε που έκλειναν οι ΣΕΒΑΘ και ΣΕΠΕΚ. Είχαμε πει τότε από το Κανάλι 6 πως η φωτιά που ξέσπασε στη ΣΕΒΑΘ δε θα αργήσει να επεκταθεί και στα υπόλοιπα συνεταιριστικά μας εργοστάσια, αλλά προς μεγάλη μας έκπληξη τότε είδαμε τους εργαζόμενους της ΣΕΚΑΠ να δείχνουν πλήρη αδιαφορία και να μη στέκονται στο πλευρό των συναδέλφων τους στη ΣΕΒΑΘ. Να όμως που η ιστορία επαναλαμβάνεται και οι ίδιοι τώρα βρέθηκαν στο σημείο να ζητάνε τη στήριξη όλων των Ξανθιωτών και ασφαλώς κανείς δεν αρνείται να σταθεί στο πλευρό τους. Και κατανοούμε και συμμεριζόμαστε την αγωνία τους γι’ αυτό και είμαστε στο πλευρό τους όλοι. Αυτό όμως δε μας εμποδίζει να πούμε και ορισμένες αλήθειες που οι άλλοι δεν τόλμησαν ποτέ να πουν δημόσια. Μια από τις αλήθειες αυτές λοιπόν που μας πονάει όλους αλλά είναι μονόδρομος για την πορεία της ΣΕΚΑΠ, είναι η ανάγκη για αναδιάρθρωση της εταιρίας. Διαφορετικά φοβάμαι πως σε λίγο καιρό θα κλαίμε για άλλη μια φορά πάνω από το κουφάρι ενός ακόμα συνεταιριστικού εργοστασίου. Αυτό θέλουμε λοιπόν;

Σ. Καραχότζα

Περάστε κύριοι, πάρτε τα όλα


Ακόμα δεν μπόρεσα να καταλάβω γιατί αυτοί οι πανηγυρισμοί από τη μεριά της κυβέρνησης για κάτι που έτσι κι αλλιώς ήταν αποφασισμένο εδώ και καιρό να μας δώσουν και φυσικά αναφέρομαι στην περιβόητη επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του δανείου της χώρας μας και στην κατά μια μονάδα μείωση του επιτοκίου του. Από τη στιγμή που όλα αυτά είχαν δοθεί στην Ιρλανδία, ήταν απλά ζήτημα χρόνου να δοθούν και στην Ελλάδα. Δε λέω, η εξέλιξη αυτή πιθανότατα να δώσει μια σημαντική ανάσα στη χώρα μας αφού είναι τελείως διαφορετικό ένα τόσο μεγάλο δάνειο να πρέπει να το αποπληρώσεις σε μόνο τρία χρόνια από το να έχεις τη δυνατότητα να το αποπληρώσεις σε δέκα ή έντεκα χρόνια. Οι μηνιαίες δόσεις που πλέον θα καταβάλουμε θα είναι κατά πολύ πιο μικρές από αυτές που θα έπρεπε να δίνουμε χωρίς την επιμήκυνση, ενώ και η μείωση του επιτοκίου μας απαλλάσσει από έξι δισεκατομμύρια ευρώ.
Από την άλλη όμως μεγαλύτερη χρονική διάρκεια της αποπληρωμής του δανείου σημαίνει και αντίστοιχος χρόνος λιτότητας αλλά αυτό δε βλέπω να το αναφέρει κανένα κυβερνητικό στέλεχος. Θα μου πείτε βέβαια «αυτό μπορούσαμε να πάρουμε προς το παρόν κι αυτό πήραμε. Το πρόβλημα είναι πώς εμάς δε μας χαρίστηκε ούτε η επιμήκυνση ούτε και η μείωση του επιτοκίου, κάθε άλλο, όλα αυτά θα τα πληρώσουμε πενήντα δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ κάτι τέτοιο δεν έγινε και με την Ιρλανδία από την οποία δε ζητήθηκε η κατ’ αυτόν τον τρόπο αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας της.
Εδώ βέβαια υπάρχει και ένα άλλο, διόλου απίθανο σενάριο, να ήταν ήδη αποφασισμένο από την ελληνική κυβέρνηση να ξεπουλήσουμε ό,τι έχουμε και δεν έχουμε και απλά να φαίνεται πως η απόφαση πάρθηκε κάτω από τις πιέσεις της τρόικας και των υπόλοιπων ισχυρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ναι, τώρα που το σκέφτομαι καλύτερα, γιατί όχι; Εδώ υπάρχει καταγεγραμμένη στα πρακτικά των συνεδριάσεων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου από τον Ιούλιο ακόμα του 2009 συζήτηση αναφορικά με την οικονομική κατάσταση της χώρας μας και το πολύ πιθανό ενδεχόμενο να χρειαστεί να προσφύγει σε κάποιο μηχανισμό στήριξης ώστε να μην αναγκαστεί να προβεί σε παύση πληρωμών. Άρα ήξερε και ο Κώστας Καραμανλής σε ποια κατάσταση παραδίδει τη χώρα και ο Γιώργος Παπανδρέου σε ποια κατάσταση την παραλαμβάνει. Ο μόνος που δε γνώριζε τίποτα ήταν ο ελληνικός λαός γιατί ποτέ κανένας δεν του είπε την αλήθεια. Γιατί λοιπόν αφού έχουν γίνει όλα αυτά να μην ήταν προαποφασισμένη η, ας πούμε, αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας μας. Τόσα ψέματα μας έχουν πει, σε αυτό θα κολλούσαν;
Φυσικά ο τρόπος με τον οποίο θα αξιοποιήσουμε τη δημόσια γη της χώρας μας είναι ξεκάθαρος, μόνο επιφάνεια θα δώσουμε και τίποτα παραπάνω. Δεν πρόκειται δηλαδή κανείς να πάρει την άδεια να σκάψει για να μπει κάτω από τη γη, επάνω όμως σε αυτή θα μπορεί να κάνει ό,τι θέλει. Με λίγα λόγια θα δίνουμε εκτάσεις στις οποίες η κάθε πολυεθνική και ο κάθε επενδυτής θα μπορεί να κτίζει την επιχείρησή του η οποία και ως επιχείρηση αλλά και ως κτίριο θα του ανήκει αλλά όχι και η έκταση πάνω στην οποία θα έχει κτιστεί. Κάτι δε μου αρέσει εδώ, αν δηλαδή μετά από σαράντα, πενήντα, εξήντα χρόνια προκύψει η ανάγκη μιας διαφορετικής και πιο προσοδοφόρας για εμάς αξιοποίηση εκείνων των εκτάσεων γης, θα μπορούμε να ζητάμε την κατεδάφιση των υπαρχόντων κτιρίων ώστε να μας μείνει καθαρή η γη; Προφανώς όχι, άρα τι θα μας έχει μείνει; Μήπως ένα απέραντο τίποτα;
Εγώ δε λέω να μείνει αναξιοποίητη τόση δημόσια γη, άλλωστε βλέπουμε καθημερινά πως όπου επιχείρησε το ίδιο το κράτος να αξιοποιήσει είτε τουριστικά είτε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο τη δημόσια περιουσία μας, υπάρχουν μόνο ερείπια και τίποτα άλλο. Δίνοντας την τουλάχιστον σε ιδιώτες επενδυτές έχουμε την ελπίδα να δημιουργηθούν νέες επιχειρήσεις κι άρα νέες θέσεις εργασίας. Εκείνο που επιμένω να λέω είναι πως δεν πρέπει να παίζουν με τις λέξεις. Όταν πρόκειται να πουλήσουμε να μας λένε «πουλάμε» κι όταν πρόκειται να χαρίσουμε να μας λένε «χαρίζουμε», όχι το ξεπούλημα ή το χάρισμα να το βαπτίζουν αξιοποίηση.
Μόνο που για να έρθουν στη χώρα μας νέοι επενδυτές και να ρίξουν τα ωραία τους λεφτά για να δημιουργήσουν καινούριες επιχειρήσεις θα πρέπει να έχουν και κάποια κίνητρα, πέρα φυσικά από την παραχώρηση έκτασης. Ένα σημαντικό κίνητρο το οποίο για παράδειγμα δίνει ακόμα και τώρα η Ιρλανδία είναι η χαμηλότερη φορολόγηση των επιχειρήσεων κι όσο κι αν αυτό ακούγεται άδικο για το μισθωτό και το συνταξιούχο ο οποίος δεν έχει καμία μείωση στο φόρο που κάθε χρόνο καταβάλει στο κράτος, είναι ο μόνος τρόπος να προσεγγίζουμε ξένους επενδυτές. Όταν οι γειτονικές μας χώρες φορολογούν με μόλις 10% τις βιομηχανίες και η φορολογία για τον αντίστοιχο κλάδο στη χώρα μας είναι στο 45%, κανένας επιχειρηματίας δε θα προτιμήσει τη χώρα μας, όλοι θα τρέξουν εκεί που η φορολόγησή τους θα είναι πολύ πιο ευνοϊκή.
Πέρα όμως από την οικονομία, η κυβέρνηση αυτή μοιάζει πραγματικά ανήμπορη να χειριστεί το οποιοδήποτε ζήτημα κι ένα παράδειγμα της κατάστασης που επικρατεί εντός της κυβέρνησης αποτελεί και η περιβόητη επίσκεψη του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών, Αχμέτ Δαβούτογλου ο οποίος ενημέρωσε τον Έλληνα υπουργό Εξωτερικών ότι το Καστελόριζο εξακολουθεί μεν να είναι ελληνικό αλλά έχει μεταφερθεί αλλού και δε βρίσκεται εκεί που ήταν μέχρι τώρα. Μπορεί βέβαια όσα μας είπε κατά την επίσκεψή του στη Θράκη ο κύριος Δαβούτογλου να μην περίμενε κανείς μας να τα ακούσει αλλά αυτό σε καμία περίπτωση δε δικαιολογεί το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών το οποίο άφησε εντελώς ασυνόδευτο τον κύριο Δαβούτογλου να αλωνίζει στη Θράκη. Εκτός πια κι αν πείστηκαν τόσο εύκολα πως ο λόγος της επίσκεψης αυτής του Τούρκου υπουργού στα μέρη μας ήταν μόνο τουριστικός και τίποτα παραπάνω.
Δυστυχώς τα ίδια τα γεγονότα μας αναγκάζουν να πιστεύουμε όλο και πιο δυνατά ότι στη χώρα μας κυβερνούν όλοι οι άλλοι εκτός από τον κύριο Παπανδρέου και τους υπουργούς του, πράγματα τα οποία για άλλες χώρες στην ίδια οικονομική κατάσταση με εμάς είναι αυτονόητα, εμείς τα αποκτούμε με πανάκριβα ανταλλάγματα τα οποία φυσικά δε θα πληρώσει κανένας υπουργός και κανένας βουλευτής, ο μόνος που θα τα πληρώσει για ακόμα μια φορά είναι ο μισθωτός, ο συνταξιούχος και ο μικρομεσαίος επιχειρηματίας.

Σ. Καραχότζα